Σάββατο 4 Μαΐου 2013

Ξένος - Αλεξανδρεύς

Ξένος

Στον περίβολο του μοναστηριού παλεύεις με το έργο Σου.
Μέσα σε κλαίνε φωνές γυναίκειες.
Με τον επαναλαμβανόμενο ήχο ενός οδυρμού.
Ο οδυρμός οφείλει μονοτονία.

Έξω η φύση –το έργο Σου- αρπάζει όσους υποτίθεται ότι ήρθαν να Σε προσκυνήσουν.
Από τα μάτια, τα αυτιά, τη μύτη.
Ορμάει μέσα απ’ όλα τα αισθητήρια όργανα,
ηγεμονική, ατίθαση να μας κρατήσει στο εδώ και στο τώρα.
Οι λίγοι -όσοι χωρέσανε, ή όσοι μπορέσανε
(το χωρώ, στα αρχαία, μπορώ δε σημαίνει;) στριμώχτηκαν στην εκκλησία.
Παλεύουν να σταθούνε δίπλα Σου, να εκφράσουν με λόγο και ήχο τον πόνο τους για Σένα.
Οι πολλοί απ’ έξω παραδοθήκανε ήδη στην άνοιξη,
στην άπλα της απόλαυσης.
Θα προχωρήσουνε σε λίγο μαζί με το ξόδι Σου, απαλά, χαλαρά, σαν να μην τους είσαι Αγαπημένος. Όπως ακολουθεί κανείς την κηδεία ενός ξένου.
Μερικά παιδιά φωνάζουν νομίζοντας πως ήρθαν εκδρομή στην άνοιξη.
Τρεις μεσόκοποι κουβεντιάζουν την καθημερινότητα.
Μια κόρη –γιατρός καθώς φαίνεται- διηγείται στους γονείς της ένα δύσκολο περιστατικό. Ο ασθενής έχει καρκίνο κι είναι στα πρώτα νιάτα.

Καμιά ελπίδα δε βγαίνει από το παραθύρι της εκκλησιάς σ’ αυτούς που κάθονται στο πεζούλι απέξω.
Δεν καταλάβανε πως νίκησες για χάρη τους το θάνατο.
Δε σε ξέρουν. Τους είσαι ξένος!
Ένα τροπάρι που μόλις ξεκίνησε μου δίνει την απάντηση. Ξανά και ξανά επιμένει: «Δώσ’ μου τούτον το ξένο».
Ξένος είσαι, Κύριε.
Ακόμα!
Δυο χιλιάδες χρόνια μετά.
Σχώρα μας
Αλεξανδρεύς

8 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Τι πικρές, πράγματι, αλήθειες αυτές που περιγράφεις Αλεξανδρέα.
Χριστός, ο Μεγάλος "Ξένος", ο Άγνωστος. Φρίττω στις απαντήσεις που θα λάμβανε ο Χριστός αν μας ρωτούσε: Τι να με λέγουσι οι άνθρωποι είναι;
Χίλιες φορές συγχώρα μας Θεέ μου.
Φώτισόν μας το σκότος, την άγνοια και την αδιαφορία...

Ανώνυμος είπε...

Μίλησες στην καρδιά μου.
Τα είπες όλα όσα ήθελα σήμερα να Του ειπώ. Ευχαριστώ.

Ανώνυμος είπε...

Στο' χω ξαναπεί οτι στον πεζό λόγο είσαι "άπαιχτος"...

Ανώνυμος είπε...

«Ας δω μονάχα το πρόσωπό του και θα σωθώ» είπε ο τελώνης Ζακχαίος, σκαρφαλώνοντας πάνω στη συκομουριά. Ανέβηκε σ' αυτήν, είδε και σώθηκε.
Δύο χιλιάδες χρόνια εκατομμύρια ανθρώπινα μάτια Τον κοιτάζουν χωρίς να Τον βλέπουν, και θα εξακολουθήσουν ίσως να το κοιτάζουν χωρίς να Τον βλέπουν ως τη συντέλεια του χρόνου.

Νησιώτης είπε...

Και τούτο το πόνημά σου είναι εξαιρετικό!

Ανώνυμος είπε...

Πολύ αληθινό...

Από την άλλη πόσο προτιμότερο θα ήταν να "προσπαθούσαν" να νιώσουν κάτι, εφ' όσον δεν τον νιώθουν Αγαπημένο;

Αλλά και πέρα από αυτό, πόσο εύκολο είναι να να ξεπεράσουμε την αναπόφευκτη συναισθηματική επικάλυψη των ημερών και να ζήσουμε το Γεγονός;

Ανώνυμος είπε...

http://www.youtube.com/watch?v=hAzl4EEaNys

Ανώνυμος είπε...

Πράγματι ,πικρή αλήθεια και το χειρότερο;χανεις χρόνο. Τα ωραιότερα μηνύματα εισπράττει κανείς απο τα ποιήματα διότι σε κανουν να σκεφτείς.
Καλη ανάσταση!-