Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2014

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΟΣΙΟ ΓΕΡΟΝΤΑ ΓΕΡΒΑΣΙΟ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟ - π. Ευάγγελος Πριγκιπάκης


ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ  ΤΩΝ  ΑΙΡΕΣΕΩΝ
ΚΑΤΑ  ΤΟΝ  ΟΣΙΟ  ΓΕΡΟΝΤΑ
ΓΕΡΒΑΣΙΟ  ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟ*

                                                                        Του
π. Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, Δρος Θ.
Καθηγητού του Πρότυπου Πειραματικού Γυμνασίου Πατρών

       1. Η Εκκλησία και οι αιρέσεις
    
   Ο σκοπός της παρουσίας της Εκκλησίας στον κόσμο, σύμφωνα με τον π. Γερβάσιο[1], είναι η ένωση «υπό τας πτέρυγάς της (…) όλων των εγγύς και των μακράν ανθρώπων (…) και γενικώς η ενότητα των μελών της»[2]. Αντίθετα οι αιρέσεις αποτέλεσαν ήδη από την αρχή του ιστορικού της βίου το μεγαλύτερο κίνδυνο για τη διάσπαση της κοινωνίας της, για τη νόθευση της διδασκαλίας της και για την απώλεια της σωτηρίας των μελών της με την αποκοπή τους από το ιερό Σώμα της. Επειδή οι αιρέσεις αποσκοπούν διαχρονικά στην κατάλυση της εκκλησιαστικής ενότητας και την παραπλάνηση των πιστών, ο κάθε χριστιανός τότε μόνο «δύναται να έχη θετικάς και βεβαίας ελπίδας ‘ζωής αιωνίου τυχείν’, εάν πάση δυνάμει εργάζεται δια την ενότητα της Πίστεως μισών πάν σχίσμα και αίρεσιν»[3]. Γι’ αυτό και ο όσιος Γέροντας έθεσε ευθύς εξαρχής ως μία από τις κύριες φροντίδες του ποιμαντικού του έργου την αντιμετώπιση των πάσης φύσεως αιρέσεων και σχισμάτων. Οι αιρετικοί, κατά τον ιερό Πατέρα, είναι «εχθροί» του Χριστού[4] και λυμαίνονται ως προβατόσχημοι λύκοι την Εκκλησία Του διαστρέφοντας την πίστη της, όπως οι Μανιχαίοι, οι Αρειανοί, οι Νεστοριανοί και οι Ρωμαιοκαθολικοί ή Παπικοί, που νόθευσαν το Ιερό Σύμβολο[5] και προέβαλλαν κακοδόξως το πρωτείο και το αλάθητο[6]. Αιρετικοί υπήρξαν επίσης οι αγιομάχοι και «αντιδικομαριανοί» Ευνομιανοί στην Ανατολή, καθώς και ο πρεσβύτερος Βιγιλάντιος και οι Διαμαρτυρόμενοι ή Προτεστάντες στη Δύση, που καταπολεμούν ακόμη και σήμερα με σφοδρότητα το ιερό πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου[7], αλλά και τα μέλη των αιρετικών ομάδων που εξακολουθούν να ταλαιπωρούν την αγία Εκκλησία, όπως οι παπικοί Ουνίτες, οι Χιλιαστές ή Μάρτυρες του Ιεχωβά, οι Μασόνοι και οι Ροταριανοί[8].
     Παρόλο, όμως, που ο όσιος Πατέρας στρέφεται συχνά εναντίον των αιρετικών, εν τούτοις δεν επιχειρεί πουθενά στο έργο του λεπτομερή αναφορά στις αντιλήψεις τους ή συστηματική αναίρεση των κακοδοξιών τους, αλλά ούτε και χρησιμοποιεί σκληρές εκφράσεις αποδοκιμασίας εναντίον τους. Αντίθετα με λεπτή ποιμαντική διάκριση και σύμφωνα με το παράδειγμα των Πατέρων της Εκκλησίας, προσπαθεί να τους επανεντάξει στην ιερά Ποίμνη του Χριστού και παράλληλα να ενισχύσει και να προστατέψει τους πιστούς, προτρέποντάς τους να εντρυφήσουν βαθύτερα στην Ορθόδοξη Παράδοση ως το μοναδικό μέσον πνευματικής τους θωράκισης απέναντι στην αιρετική κακοδοξία, υπογραμμίζοντας με το «στώμεν καλώς» της θείας Ευχαριστίας, τη διατήρησή τους «μακράν αιρέσεων, σχισμάτων και αυθαιρέτων γνωμών»[9].

      2. Η γνώση της Ορθοδόξου Πίστεως και η εμμονή στην Πατερική Παράδοση ως μέσα αντιμετωπίσεως των αιρέσεων
  
     Ο ασφαλέστερος τρόπος αντιμετωπίσεως των αιρέσεων και προφυλάξεως του εκκλησιαστικού πληρώματος από τις πάσης φύσεως κακοδοξίες είναι, κατά το μακαριστό Γέροντα,  η βαθύτερη και πληρέστερη γνώση εκ μέρους των πιστών του περιεχομένου της Ορθοδόξου Πίστεως, όπως και η σταθερότητα και εμμονή σ’ αυτήν με βάση την Πατερική Παράδοση. Δια της ορθής πίστεως, τονίζει ο όσιος Πατέρας, ο άνθρωπος ολοκληρώνεται και τελειοποιείται πνευματικά, καθώς, όπως σημειώνει, δεν αρκεί να είναι κάποιος μόνον ηθικός και «καλός χριστιανός», αφού τέτοιοι υπήρξαν και αιρετικοί όπως ο Άρειος, αλλά  απαιτείται να «πιστεύη ορθώς και καλώς, ως οι Πατέρες της Εκκλησίας μας εν Οικουμενικαίς Συνόδοις, εν Αγίω Πνεύματι, απεφάνθησαν, και να ομολογή δημοσία την εις Τριάδα ομοούσιον και αχώριστον πίστιν του»[10]. Για να το επιτύχει όμως αυτό, είναι απαραίτητο να αποκτήσει βαθιά πίστη, «την οποίαν εσφυριλάτησεν η έρευνα και η μελέτη και η οποία ως τοιαύτη αποτελεί δια τον άνθρωπον θεμέλιον αδιάσειστον, πέτραν αρραγή, περιουσίαν μόνιμον»[11], γεγονός που θα του επιτρέπει όχι μόνο να κατέχει πλήρως το περιεχόμενό της και να προστατεύεται από τις αιρετικές πλάνες, αλλά και να «είναι έτοιμος εις απολογίαν παντί τω αιτούντι λόγον περί της εν ημίν ελπίδος»[12], προκειμένου να την διδάξει και να την μεταλαμπαδεύσει ως πίστη στον «Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, ως Υιόν του Θεού, και Θεόν αληθινόν»[13] ακόμη και προς τους αιρετικούς.

      3. Η μελέτη της Αγ. Γραφής και της Ιεράς Παραδόσεως ως μέσον προφυλάξεως από τις αιρέσεις

      Για να επιτύχει όμως ο άνθρωπος τη βαθύτερη και ορθότερη γνώση της Ορθόδοξης Πίστης και να προφυλαχθεί από τις αιρετικές κακόδοξες αντιλήψεις, είναι ανάγκη, κατά τον όσιο Πατέρα, να μελετά δια βίου την Αγία Γραφή και την Ιερά Εκκλησιαστική και Πατερική Παράδοση, κάτι που εφάρμοζε συστηματικά στο κατηχητικό του έργο. Τα μαθήματά του στο Κατηχητικό περιελάμβαναν περικοπές και γεγονότα από βιβλία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, καθώς και  αποσπάσματα από έργα των Πατέρων, τον «Ευεργετινό» και τους Βίους των Αγίων[14]. Η σειρά μάλιστα με την οποία δίδασκε τα κατηχητικά του μαθήματα ήταν πρώτα η Καινή Διαθήκη, κατόπιν η Παλαιά, οι Πατέρες της Εκκλησίας και τέλος οι Ιεροί Κανόνες από το «Πηδάλιον», ενώ συνέγραψε και εξαιρετικά επ’ αυτών ερμηνευτικά έργα[15].
     Εκτός από τη μελέτη της Εκκλησιαστικής Παραδόσεως, ο πιστός λαός «διαφωτίζεται, καθαρίζεται και αγιάζεται»[16] επίσης με την εντατική ακρόαση του λόγου του Θεού μέσω του κηρύγματος. Το θείο κήρυγμα είναι άρρηκτα συνδεδεμένο, κατά τον π. Γερβάσιο, με την εκκλησιαστική λατρεία και συνιστά την ψυχή και το πνεύμα «πάσης ιεράς ακολουθίας»[17] ως ο ουσιωδέστερος άξονας της λειτουργικής ζωής[18] του πιστού. Γι’ αυτό και «μόνον ο αρμονικός συνδυασμός θ. κηρύγματος και θ. μυστηρίων παρέχει εις ημάς το όλον έργον, το μυστήριον της θ. Εναθρωπήσεως του Σωτήρος ημών»[19]. Το κήρυγμα συνεπώς ως μέσο διασάφησης, επεξήγησης και ερμηνείας των σημείων της πίστεως καθίσταται για τον χριστιανό σε κάθε εποχή ο διδάσκαλος στην πίστη και ο οδοδείκτης του ορθού τρόπου ζωής, με αποτέλεσμα η συστηματική ακρόασή του να καθίσταται όχι μόνο ασπίδα προστασίας απέναντι στις διάφορες αιρετικές κακοδοξίες, αλλά και μέσο «αγιασμού και σωτηρίας» για τον πιστό[20], καθώς η θεία διδασκαλία τον διαφωτίζει περισσότερο, διαλύει τις πλάνες, καθαρίζει το νου του και θερμαίνει την καρδιά του[21].

     4. Η συμμετοχή του πιστού στη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας και η αντιμετώπιση των αιρέσεων

      Τη στερέωση στην Ορθόδοξη Πίστη και την πιστότητα στην Πατερική Παράδοση ως μέσα αντιμετωπίσεως των αιρέσεων ενισχύει και τελειοποιεί επίσης, κατά τον ιερό Πατέρα, η συνειδητή και αδιάλειπτη συμμετοχή στα ιερά Μυστήρια και κυρίως σε αυτά της θείας Ευχαριστίας και της Μετανοίας ή Ιεράς Εξομολογήσεως, μέσω των οποίων οι πιστοί συνδέονται αδιάρρηκτα με την Εκκλησία και ενώνονται κατά χάριν με το Σωτήρα Χριστό, γι’ αυτό και συνήθιζε να ολοκληρώνει την κάθε ομιλία του με το αιώνιο σύνθημα «εξομολόγηση, Θεία Κοινωνία»[22].
       Η Εκκλησία για τον άνθρωπο είναι «όντως ο προχειρότερος λιμήν σωτηρίας, βοηθείας και παρηγορίας, ανακουφήσεως των καταπεπονημένων (…) είναι δια πάντα άνθρωπον, Γενικόν και Κοινόν Θεραπευτήριον, εντός του οποίου δέχεται ο Χριστός και θεραπεύει πάν είδος πληγής και κάθε ανάγκην. Θεραπεύει και ελεεί· βοηθεί και ανακουφίζει. Συγχωρεί και προσδέχεται πάντα αμαρτωλόν προσερχόμενον και επί πάντας εκχέει το πλούσιόν του έλεος»[23]. Με την απρόσκοπτη συμμετοχή στο κατ’ εξοχήν μυστήριο της Εκκλησίας που είναι η θεία Ευχαριστία η πίστη του ανθρώπου χαλυβδώνεται και ταυτόχρονα η σχέση του οριοθετείται και η θέση του διαχωρίζεται από τους κακόδοξους αιρετικούς, αφού σημαία και ιδιαίτερο γνώρισμα του αληθινού Χριστιανού, «του ορθοδόξου από του αιρετικού, του ψευδαδέλφου»[24], αποτελεί το ιερό Σύμβολο της Πίστεως που απαγγέλλεται πριν από την Αγία Αναφορά και εμπεριέχεται σ’ αυτό ολόκληρη η ορθόδοξη θεολογία[25], ενώ με τη μετάληψη των Αχράντων Μυστηρίων ο πιστός ενώνεται με το Χριστό και θεώνεται[26], ζώντας εμπειρικά, ως κατά χάριν μέτοχος πλέον, το περιεχόμενο της πίστεώς του. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ο μακάριος Γέροντας είχε θέσει ως πρώτιστο μέλημά του την καλλιέργεια της λειτουργικής ζωής των πιστών με την τέλεση της θείας Ευχαριστίας τέσσερις φορές την Εβδομάδα, κατά τις ημέρες Τετάρτη, Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή[27]. Για να καταστεί μάλιστα ο λαός του Θεού βαθύτερος και εγκρατέστερος «γνώστης και κάτοχος των τελουμένων κατά την θ. Λειτουργίαν»[28] συνέθεσε εκτενέστατο σχετικό ερμηνευτικό έργο[29], καθώς φρονούσε ότι με όλα τα μέσα θα πρέπει να δίδεται «μία κετεύθυνσις : προσέλευσις προς τα μυστήρια»[30].  
      Εκτός από την τέλεση της θείας Ευχαριστίας και η Ιερά Εξομολόγηση κατείχε επίσης εξέχουσα θέση στο ποιμαντικό έργο του οσίου Γέροντος, ο οποίος δεν έπαυε να καλεί σε μετάνοια το λαό του Θεού και να εξομολογεί ακατάπαυστα μέχρι την κοίμησή του, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι, αν το Άγιο Βάπτισμα είναι για τον πιστό η Θύρα της Εισόδου, το μυστήριο της Μετανοίας είναι «η Κλείς της Βασιλείας των Ουρανών»[31]. Σκοπός μάλιστα της συμμετοχής των πιστών στο σπουδαίο αυτό μυστήριο, όπως τόνιζε, δεν θα ήταν απλώς και μόνο το αν θα μπορούν ή όχι να μεταλαλαμβάνουν των Αχράντων Μυστηρίων, αλλά κυρίως το πως θα αισθανθούν την ανάγκη να γίνουν και να είναι έτοιμοι για την πορεία τους προς τον Ουρανό, πως δηλαδή θα επιτύχουν τον αγιασμό τους ως μέλη της Εκκλησίας του Χριστού[32].

      5. Η υγιής πνευματική εν Χριστώ ζωή του πιστού και η επιστροφή των αιρετικών στην Εκκλησία
     Η γνώση και η βίωση του περιεχομένου της Ορθοδόξου Πίστεως με τη μελέτη και ακρόαση του λόγου του Θεού και τη μετοχή στα Ιερά Μυστήρια, καθιστά, κατά τον όσιο Γέροντα, τον άνθρωπο άτρωτο απέναντι στις αιρετικές πλάνες και τον αναδεικνύει δια της υγιούς πνευματικής του ζωής τέλειο και ολοκληρωμένο πνευματικά, ώστε να λειτουργεί πλέον ως το σκεύος εκείνο της θείας Χάριτος που θα συνδράμει ουσιαστικά με το παράδειγμα της αγίας του ζωής στην ευκολότερη προσέλκυση και επάνοδο των αιρετικών στους κόλπους της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και κάθε χριστιανός, «ενδυθείς τον Χριστόν εν τω Αγίω Βαπτίσματι, οφείλει να ζή, διάγη και συμπεριφέρεται ως ακόλουθος και ομοίωμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού»[33]. Έχει την ιερά εκείνη υποχρέωση να αγωνίζεται, ώστε να καταστεί ακριβής και τέλειος μιμητής της ζωής του Χριστού  μετατρέποντας το περιεχόμενο της Ορθοδόξου Πίστεώς του σε στάση και πράξη ζωής, καθώς οι αγαθές πράξεις καταδεικνύουν και πιστοποιούν «την προς τα έξω λάμψιν της χριστιανικής θρησκείας, με την διαφοράν ότι πάσα τοιαύτη αγαθή πράξις δέον να είναι καρπός του χριστιανικού Δόγματος»[34], το οποίο διαστρέφουν οι αιρετικοί.
         Για την ουσιαστικότερη βίωση της υγιούς πνευματικής εν Χριστώ ζωής και σωτηρίας του από τον πιστό[35], είναι απαραίτητη, κατά τον όσιο Γέροντα, η απαρέγκλιτη τήρηση των Ιερών Κανόνων, εφόσον ως αποστολή έχουν να αποτελέσουν την πρακτική εφαρμογή της πίστεως της Εκκλησίας στη ζωή του ανθρώπου. Θεωρεί μάλιστα τόσο σημαντική τη σωτηριολογική αξία της κανονικής παραδόσεως της Εκκλησίας, ώστε, ακολουθώντας τον άγ. Νικόδημο τον Αγιορείτη, να υποστηρίζει με σθένος, ότι οι Ιεροί Κανόνες είναι η Γραφή μετά την Αγία Γραφή, η Διαθήκη μετά την Παλαιά και Καινή Διαθήκη, τα δεύτερα μετά τα πρώτα Θεόπνευστα λόγια, τα αιώνια όρια τα οποία έθεσαν οι Πατέρες και οι αιώνιοι νόμοι που υπερβαίνουν τους βασιλικούς και τους κοσμικούς[36], θεωρώντας ότι «Ορθοδοξία ουδέν έτερον είναι ειμή οι θείοι και Ιεροί Κανόνες»[37] που συνιστούν τα θεμέλια της Εκκλησίας[38]. Μη διαχωρίζοντας με τον τρόπο αυτό Ορθοδοξία και Ορθοπραξία ο π. Γερβάσιος τόνιζε ότι κύριο έργο του κάθε πιστού συνιστά το πως θα λάμψει «εν έργοις αγαθοίς εν τω κόσμω», προκειμένου και οι λοιποί άνθρωποι, βλέποντας τα καλά του έργα, να «δοξάζουσι τον Πατέρα ημών τον εν τοις ουρανοίς»[39]. Γι’ αυτό και ο Χριστιανός «οφείλει είτε έργω είτε λόγω», που σημαίνει «δια του ιδίου παραδείγματος, εν ανάγκη, να διδάσκη πάντα αμύητον τας θείας αληθείας της πίστεώς του», ώστε να καταφέρει να τον καταστήσει και αυτόν με την εν Χριστώ ζωή του μέτοχο και κοινωνό των θείων αληθειών, προκειμένου να επιστρέψει ως αιρετικός «εκ πλάνης οδού αυτού»[40]. Με τον τρόπο αυτό ο πιστός αναδεικνύεται αυθεντικό παράδειγμα Ορθοδόξου Χριστιανού και αποβαίνει πολλές φορές η αιτία για την επιστροφή των πεπλανημένων αιρετικών στους κόλπους της Εκκλησίας[41]. Για να το καταφέρει όμως αυτό, όπως τονίζει ο ιερός Πατήρ, θα πρέπει να παραμένει αταλάντευτα αφοσιωμένος δια βίου στη Ορθόδοξη Παράδοση και προφυλαγμένος από τις παντός είδους κακοδοξίες και αιρετικές επιρροές, διαθέτοντας παράλληλα έναντι των εκτός της Εκκλησίας ευρισκομένων, αιρετικών και μη, «θάρρος γνώμης, άνευ αυθαδείας· φρόνημα σταθερόν με αξιοπρέπειαν χριστιανικήν· χείλη ειλικρινή, ομολογούντα την μόνην αλήθειαν : την αλήθειαν της πίστεως εις έναν Θεόν και εις όν απέστειλε Σωτήρα και Λυτρωτήν, τον Χριστόν Ιησούν»[42].     
    * Αναδημοσίευση από το αντιαιρετικό περιοδικό «Στώμεν Καλώς» 35 (2014), σ. 1-4 και την εφημερίδα «Ο Εκκλησιολόγος»  385/8-11-2014, σ. 3 & 4.
 



[1] Για το βίο, το έργο και τη διδασκαλία του βλ. Αρχιμ. Γ.Χ. Παρασκευοπούλου, Επίκαιρα Προβλήματα υπό το φώς των Ιερών Κανόνων,  (Εν Πάτραις) 19622, σσ. 208. Του Αυτού, Ερμηνευτική Επιστασία επί της Θείας Λειτουργίας, Πάτραι 20052, σσ. 147-484. Του Αυτού, Ευσεβείς Μελέται επί των Κυριακών Ευαγγελικών Αναγνωσμάτων …, (Εν Πάτραις) 19622, σσ. 240. Ι(εροθέου) Τ(σαντίλη), «Παρασκευόπουλος Γερβάσιος (1877-1964)», Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία 10 (1967), στ. 48-53. Τ.Α. Κωνσταντόπουλου, Γερβάσιος Παρασκευόπουλος. (Ανάτυπον εκ του Πανηγυρικού Τόμου επί τη 125ετηρίδι της Ριζαρείου Σχολής), Αθήναι 1969. Ουρ. Λιαπίκου, Γερβάσιος Παρασκευόπουλος. Αρχιμανδρίτης, Αθήναι 1971. Μητρ. Πατρών ΝικοδήμουΗ Προσωπικότης και το Έργον του Αρχιμ. Γερβασίου Παρασκευοπούλου (†1964). Η πρότασις περί Προτομής του, έκδ. Αναπλαστικής Σχολής Πατρών, (Πάτραι) 1986. Αρχιμ. Κ. Κωστόπουλου, Αρχιμανδρίτης Γερβάσιος Παρασκευόπουλος. Ο Βίος και το Ποιμαντικόν του Έργον, Πάτραι 19922. Θ. Τσονάκα, Βιογραφικό Σημείωμα π. Γερβασίου Παρασκευοπούλου, Πάτραι 1994. Π.Α. Λόη, Γερβάσιος. Ο άγνωστος Άγιος των ημερών μας και Φάρος των Πατρών, Α΄, Πάτραι 1998. Ι.Μ. Φουντούλη, «Ο πατήρ Γερβάσιος Παρασκευόπουλος (1877-1964). Μύστης και Μυσταγωγός», εν Αρχιμ. Γ.Χ. Παρασκευοπούλου, Ερμηνευτική Επιστασία…,  Πάτραι 20052,  σ. 13-25. Μητρ. πρ. Ύδρας Ιεροθέου, «Φωταυγείς Παράγραφοι από τον Βίον και την Πολιτείαν του μακαριστού Αγίου Πατρός ημών Γερβασίου Παρασκευοπούλου», στο  Αρχιμ. Γ.Χ. Παρασκευοπούλου, Ερμηνευτική Επιστασία…, Πάτραι 20052, σ. 37-145. π. Ε.Κ. Πριγκιπάκη (επιμ.), Ο Όσιος Γέροντας των Πατρών Αρχιμανδρίτης Γερβάσιος Παρασκευόπουλος. Σαρανταπέντε χρόνια από την κοίμησή του (1964-2009), εν Αποστολικός Λόγος. Περιοδική έκδοση Ορθοδόξου οικοδομής και Μαρτυρίας Ενορίας Αγ. Αποστόλων Πατρών 5 (2008), σ. 1-24. Αρχιμ. Σ. Χατζή, «Ο π. Γερβάσιος Παρασκευόπουλος και η Ιερά Μονή Γηροκομείου», Αποστολικός Λόγος 5 (2008), σ. 4-7. Δ. Χαραλαμπάκη, «’Η μυστική έκφρασις της μητρός Εκκλησίας’. Η γυναίκα στη διδασκαλία του π. Γερβασίου»,  Αποστολικός Λόγος 5 (2008), σ. 20-21. π. Ε.Κ. Πριγκιπάκη-Ν. Βογιατζή (επιμ.), Ιστορία της Εκκλησίας των Πατρών, έκδ. Πρότυπου Πειραματικού Γυμνασίου Πατρών, Πάτρα 2012, σ. 38-41. π. Ε.Κ. Πριγκιπάκη, «Ιστορία της Εκκλησίας των Πατρών τον 20ο αι.: Ιστορικό σχεδίασμα», υπό δημοσίευση στα Πρακτικά της Ημερίδας «Η Πάτρα τον 20ο αιώνα, 1/2/2014». π. Ε.Κ. Πριγκιπάκη, «Η αντιμετώπιση των αιρέσεων κατά τον όσιο Γέροντα Γερβάσιο Παρασκευόπουλο», Στώμεν Καλώς 35 (2014), σ. 1-4 και Ο Εκκλησιολόγος 385/8-11-2014, σ. 3 & 4.
[2] Ερμηνευτική Επιστασία, σ. 211-212. Επίσης βλ. Αρχιμ. Ηλ. Μαστρογιαννόπουλου, «Ο Ιερεύς του Υψίστου», Ανάπλασις  206 (1972), σ. 15 εξ.
[3] Ερμηνευτική Επιστασία, σ. 437-438.
[4] Πρβλ. Ευσεβείς Μελέται, σ. 177.
[5] Ερμηνευτική Επιστασία, σ. 390.
[6]Αρχιμ. Κ. Κωστόπουλου, Αρχιμανδρίτης Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, σ. 63.
[7] Ερμηνευτική Επιστασία, σ. 247-249.
[8] Ουρ. Λιαπίκου, Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, σ. 28.
[9] Ερμηνευτική Επιστασία, σ. 395. Για την αντιμετώπιση των αιρέσεων βλ. π. Α. Αλεβιζόπουλου, Ποιμαντική αντιμετώπιση των Αιρέσεων και της Παραθρησκείας, Αθήνα 1995, σ. 107 εξ και 117 εξ.
[10] Ερμηνευτική Επιστασία, σ. 392.
[11] Ευσεβείς Μελέται, σ. 8.
[12] Ευσεβείς Μελέται, σ. 9.
[13] Ευσεβείς Μελέται, σ. 32.
[14] Μητρ. πρ. Ύδρας Ιεροθέου, «Φωταυγείς Παράγραφοι…», σ. 83. Αρχιμ. Κ. Κωστόπουλου, Αρχιμανδρίτης Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, σ. 47 εξ και Ε. Βασιλοπούλου, «Ο π. Γερβάσιος και η κατήχηση των νέων», Αποστολικός Λόγος 5 (2008), σ. 17. Πρέπει να σημειωθεί ότι η κατήχηση συνεχιζόταν απρόσκοπτα και τη θερινή περίοδο στις κατασκηνώσεις. Βλ γι’ αυτό Σ. Μουστακά, «Ο π. Γερβάσιος και οι εκκλησιαστικές κατασκηνώσεις», Αποστολικός Λόγος 5 (2008), σ. 18-19.
[15] Επ’ αυτού βλ. Αρχιμ. Γ.Χ. Παρασκευοπούλου, Επίκαιρα Προβλήματα υπό το φώς των Ιερών Κανόνων,  (Εν Πάτραις) 19622, σσ. 208 και Αρχιμ. Γ.Χ. Παρασκευοπούλου, Ευσεβείς Μελέται επί των Κυριακών Ευαγγελικών Αναγνωσμάτων …, (Εν Πάτραις) 19622, σσ. 240. Επίσης Αρχιμ. Κ. Κωστόπουλου, Αρχιμανδρίτης Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, σ. 109 εξ. Π.Α. Λόη, Γερβάσιος. Ο άγνωστος Άγιος των ημερών μας, σ. 118 εξ. και Α. Κλώνη, «Το Συγγραφικό έργο του π. Γερβασίου», Αποστολικός Λόγος 5 (2008), σ. 12.
[16]  Ευσεβείς Μελέται, σ. 104. Επίσης βλ. Αρχιμ. Ηλ. Μαστρογιαννόπουλου, «Ο Ιερεύς του Υψίστου», Ανάπλασις  206 (1972), σ. 13 εξ. Ι(εροθέου) Τ(σαντίλη), «Παρασκευόπουλος Γερβάσιος (1877-1964)», Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία  10 (1967), στ. 50. Αρχιμ. Κ. Κωστόπουλου, Αρχιμανδρίτης Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, σ. 40 εξ και Π. Κοτσίδου, «Ο π. Γερβάσιος ως κήρυκας του λόγου του Θεού, Αποστολικός Λόγος 5 (2008), σ.  16.
[17] Ερμηνευτική Επιστασία, σ. 306. Πρβλ. επίσης Μητρ. Κυθήρων Μελετίου, «Μια Μυστική Κλείς της Επιτυχίας εις το Έργον του», Ανάπλασις 206 (1972), σ. 7 .
[18] Μητρ. πρ. Ύδρας Ιεροθέου, «Φωταυγείς Παράγραφοι…», σ. 76. Μητρ. Λευκάδος και Ιθάκης Δωροθέου, «Μια Φωτεινή Μορφή», Ανάπλασις 206 (1972), σ. 3 και π. Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, «Αρχιμ. Γερβάσιος Παρασκευόπουλος. Ο Πνευματικός Φάρος των Πατρών», Αποστολικός Λόγος 5 (2008), σ. 10-11.
[19] Ερμηνευτική Επιστασία, σ. 308.
[20] Ευσεβείς Μελέται, σ. 106.
[21] Ευσεβείς Μελέται, σ.  105 και Μητρ. Πατρών Νικοδήμου,  Η Προσωπικότης και το Έργον του Αρχιμ. Γερβασίου Παρασκευοπούλου (†1964), σ. 6-7.
[22] Ερμηνευτική Επιστασία, σ. 481.
[23] Ευσεβείς Μελέται, σ. 81. Συναφώς βλ και Αρχιμ. Ηλ. Μαστρογιαννόπουλου, «Ο Ιερεύς του Υψίστου», Ανάπλασις  206 (1972), σ. 15 εξ.
[24] Ερμηνευτική Επιστασία, σ. 390.
[25] Ερμηνευτική Επιστασία, σ. 388-390.
[26] Ευσεβείς Μελέται, σ. 83. Επίσης βλ. Μητρ. Πατρών Νικοδήμου,  Η Προσωπικότης και το Έργον του Αρχιμ. Γερβασίου Παρασκευοπούλου (†1964), σ. 6 και Αρχιμ. Κ. Κωστόπουλου, Αρχιμανδρίτης Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, σ. 56 εξ.
[27] Μητρ. πρ. Ύδρας Ιεροθέου, «Φωταυγείς Παράγραφοι…», σ. 75. Επίσης βλ. Μητρ. Λευκάδος και Ιθάκης Δωροθέου, «Μια Φωτεινή Μορφή», Ανάπλασις  206 (1972), σ. 3. Αρχιμ. Ηλ. Μαστρογιαννόπουλου, «Ο Ιερεύς του Υψίστου», Ανάπλασις  206 (1972), σ. 14 εξ. Ι.Μ. Φουντούλη, «Ο πατήρ Γερβάσιος Παρασκευόπουλος (1877-1964)»,  σ. 16 εξ και π. Ι. Κασπίρη-Σ. Κασπίρη, «Ο π. Γερβάσιος ως λειτουργός των Ιερών Μυστηρίων», Αποστολικός Λόγος 5 (2008), σ. 13.
[28] Ερμηνευτική Επιστασία, σ. 167. Πρβλ. ακόμη Αρχιμ. Κ. Κωστόπουλου, Αρχιμανδρίτης Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, σ. 37 εξ και Ι.Μ. Φουντούλη, «Ο πατήρ Γερβάσιος Παρασκευόπουλος (1877-1964)»,  σ. 15 εξ.
[29] Αρχιμ. Γ.Χ. Παρασκευοπούλου, Ερμηνευτική Επιστασία επί της Θείας Λειτουργίας, Πάτραι 20052.
[30] Ερμηνευτική Επιστασία, σ. 483.
[31] Επίκαιρα Προβλήματα, σ. 9. Πρβλ. επίσης Μητρ. Λευκάδος και Ιθάκης Δωροθέου, «Μια Φωτεινή Μορφή», Ανάπλασις  206 (1972), σ. 3. Αρχιμ. Κ. Κωστόπουλου, Αρχιμανδρίτης Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, σ. 50 εξ και Θ. Γκέκα, «Ο π. Γερβάσιος ως εξομολόγος και πνευματικός οδηγός», Αποστολικός Λόγος 5 (2008), σ.  15.
[32] Επίκαιρα Προβλήματα, σ. 10 και Μητρ. Πατρών Νικοδήμου,  Η Προσωπικότης και το Έργον του Αρχιμ. Γερβασίου Παρασκευοπούλου (†1964), σ. 7.
[33] Επίκαιρα Προβλήματα, σ. 146.
[34] Ευσεβείς Μελέται, σ. 32.
[35] Ευσεβείς Μελέται, σ. 195.
[36] Επίκαιρα Προβλήματα, σ. 160. Ο π. Γερβάσιος ως πρότυπο χριστιανού περιγράφεται στο Μητρ. Σπάρτης Ιεροθέου, «Μια Πατερική Μορφή», Ανάπλασις  206 (1972), σ. 11.
[37] Επίκαιρα Προβλήματα, σ. 131 και 157. Επίσης βλ. Αρχιμ. Κ. Κωστόπουλου, Αρχιμανδρίτης Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, σ. 62 εξ.
[38] Επίκαιρα Προβλήματα, σ. 175.
[39] Επίκαιρα Προβλήματα, σ. 132.
[40] Ευσεβείς Μελέται, σ. 91.
[41] Πρβλ. Μητρ. πρ. Ύδρας Ιεροθέου, «Φωταυγείς Παράγραφοι…», σ. 33-34.
[42] Ευσεβείς Μελέται, σ. 34.

11 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πατέρα Ευάγγελε άρχισα να διαβάζω την εργασία σας αυτή με προκατάληψη. Συνήθως σε τέτοια θέματα υπάρχουν «κορόνες» μάχης και αγώνα ενάντια στους αιρετικούς.
Στην πορεία της ανάγνωσης γαλήνεψε η ψυχή μου. Δόξασα τον Θεό για τις απόψεις του π. Γερβασίου, τον οποία πίστευα ως σκληροπυρηνικό. Χωρίς ποτέ να έχω μελετήσει κάτι από τα έργα του ή τις απόψεις του. Με την ανάγνωση συμφώνησα στην ποιμαντική του τακτική την οποία έχει ανάγκη και η σημερινή Εκκλησία.
Σας ευχαριστώ διότι πήρα ένα γερό, δυναμικό και ορθόδοξο μάθημα από τον αείμνηστο Γέροντα. Είθε την πρακτική του στην ποιμαντική για τους αιρετικούς και σχισματικούς να την εγκολπωθούν και οι σημερινοί «ταγοί» της Εκκλησίας μας.
Ε. Θ.

Ανώνυμος είπε...

Θα ήταν διαφορετική η αντιμετώπιση των αιρετικών αν χρησιμοποιούσαν την τακτική του αγίου Γέροντα Γερβασίου Παρασκευοπούλου.

Ανώνυμος είπε...

Από το άρθρο αυτό. διαπιστώνει ο κάθε καλόπιστος, ότι ο π. Γερβάσιος ήταν παιδαγωγός εις Χριστό, και γνήσιος εκφραστής της εκκλησιαστικής Παραδόσεως. Η ζωή του, ήταν ζυμωμένη με την Αγία Γραφή, με την Πατερική Διδασκαλία, και το ιερό Πηδάλιο όχι αποσπασματικά, αλλά στην συμφωνία των ιερών Κανόνων. Αυτός ο συνδυασμός και των τριών, τον έκανε να είναι γνώστης της Γνώσεως της πίστεως, και έτι μπορούσε με αγάπη, αλλά συνάμα με την μοναδική Αλήθεια, να αντιμετωπίσει τους αιρετικούς. Η κατακλείδα της μελέτης αυτής μας συμβουλεύει «Για να το καταφέρει όμως αυτό, όπως τονίζει ο ιερός Πατήρ, θα πρέπει να παραμένει αταλάντευτα αφοσιωμένος δια βίου στη Ορθόδοξη Παράδοση και προφυλαγμένος από τις παντός είδους κακοδοξίες και αιρετικές επιρροές, διαθέτοντας παράλληλα έναντι των εκτός της Εκκλησίας ευρισκομένων, αιρετικών και μη, «θάρρος γνώμης, άνευ αυθαδείας• φρόνημα σταθερόν με αξιοπρέπειαν χριστιανικήν• χείλη ειλικρινή, ομολογούντα την μόνην αλήθειαν : την αλήθειαν της πίστεως εις έναν Θεόν και εις όν απέστειλε Σωτήρα και Λυτρωτήν, τον Χριστόν Ιησούν».»

Ανώνυμος είπε...

Ο χριστιανός δεν μπορεί να είναι συντηρητικός.

Ανώνυμος είπε...

Απόψεις υπέροχες.

Ανώνυμος είπε...

Ο χριστιανός είναι εξ ορισμού συντηρητικός με την απλή και πρωταρχική έννοια του όρου. Δηλαδή τηρεί, συντηρεί την παρακαταθήκη που έλαβε σε αντίθεση με τους λεγόμενουςπροοδευτικούς που χαρακτηρίζονται από μανία καταλύσεως και ματαρρυθμίσεως των πάντων

Ανώνυμος είπε...

ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΑΣΧΟΛΗΘΗΚΑΤΕ ΜΕ ΕΝΑ ΤΟΣΟ ΚΑΙΡΙΟ ΖΗΤΗΜΑ, ΕΙΜΑΣΤΕ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΟΙ.

ΘΑ ΧΡΕΙΑΖΟΤΑΝ ΟΜΩΣ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΜΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΩΝ ΣΧΙΣΜΑΤΩΝ,ΕΙΔΙΚΑ ΑΥΤΟ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΠΟΥ ΜΑΣ ΕΧΟΥΝ ΚΑΤΑΧΑΡΑΚΩΣΕΙ ΚΑΙ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΜΑΣ,ΟΤΙ ΕΧΟΥΝ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΚΑΙ ΟΤΙ ΑΥΤΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΝΟΡΜΑΛ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ..ΠΩΣ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΛΟΙΠΟΝ;ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΚΑΙ ΑΥΤΟΙ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ;ΕΠΙΚΑΛΟΥΝΤΑΙ ΣΥΝΕΧΩΣ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΠΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΚΕ ΤΡΕΙΣ ΦΟΡΕΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟΥ ΟΠΟΥ ΕΝΕΦΑΝΗΣΘΗ ΠΡΟ ΤΟΥ ΜΕΣΟΝΥΚΤΙΟΥ ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΓΡΥΠΝΙΑΝ ΤΗΣ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΕΙΣ ΤΟΝ ΥΜΗΤΤΟΝ,''ΦΑΕΙΝΟΤΑΤΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ'' [ΟΠΩΣ ΛΕΓΟΥΝ],ΣΗΜΕΙΟΝ ΔΗΛΩΣΕΩΣ ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΤΕΡΟΙ ΟΛΩΝ,ΕΠΕΙΔΗ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΤΟ ΠΑΤΡΙΟΝ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟΝ,ΘΕΩΡΗΣΑΝΤΕΣ ΤΟΥΤΟ ΩΣ ΘΑΥΜΑ.

Ανώνυμος είπε...

Άπελπις και εκ των προτέρων καταδικασμένη σε αποτυχία απόπειρα κάποιων να κόψουν στα φιλελεύθερα και κοσμικά τους μέτρα τον συντηρητικότατο, αυστηρό και παραδοσιακό π.Γερβάσιο. Το ίδιο επιχειρούν σε άλλη ανάρτηση για το μακαριστό π.Ευσέβιο Ματθόπουλο.

Ανώνυμος είπε...

θα ήταν καλό η εργασία αυτή με τις απόψεις του π. Γερβασίου να ακουσθούν όχι μόνο σε αντιαιρετικό αλλά περισσότερο σε ιερατικό συνέδριο. Για να μάθουν οι σύγχρονοι κληρικοί τον τρόπο που αντιμετώπιζε την αίρεση και του αιρετικούς ο άγιος Γέροντας Γερβάσιος των Πατρών.

Ανώνυμος είπε...

Διάβασε και γράψει για τον π. Γερβάσιο 3.21. Μην θέλεις να βάλεις τον π. Γερβάσιο στα δικά σου στενά μέτρα και την σκέψη.

Ανώνυμος είπε...

Κορυφαία πνευματική μορφή της πόλης των Πατρών με πανελλαδική ακτινοβολία. Σφράγισε με το έργο του μια ολόκληρη περίοδο. Οι παρακαταθήκες του ας εμπνέουν τους νεότερους κληρικούς και ας νουθετούν το λαϊκό στοιχείο της Εκκλησίας. Ο π. Ευάγγελος κάνει μεθοδική καλή επιστημονική εργασία στα γραπτά του.